Οι εσωτερικοί πλανήτες του Ηλιακού μας Συστήματος, δηλαδή ο Ερμής, η Αφροδίτη, η Γη και ο Άρης, βρίσκονται «στριμωγμένοι» τόσο κοντά ο ένας στον άλλο και όλοι μαζί δίπλα στον Ήλιο, που η ακτίνα της περιοχής, μέσα στην οποία διαγράφουν τις τροχιές τους είναι μικρότερη από την απόσταση μεταξύ του γιγάντιου Δία και του Κρόνου.

Οι 4 αυτοί πλανήτες μοιράζονται αρκετά κοινά χαρακτηριστικά. Δημιουργήθηκαν, για παράδειγμα, την ίδια περίπου εποχή και είχαν αρχικά παραπλήσιες θερμοκρασίες, ενώ οι πυρήνες τους αποτελούνται από σίδηρο και νικέλιο και η σύστασή τους είναι βραχώδης.

Επί πλέον, σε αντίθεση με τους αέριους γίγαντες του εξωτερικού Ηλιακού μας Συστήματος, που καθένας τους έχει να επιδείξει δεκάδες δορυφόρους, ο Ερμής και η Αφροδίτη δεν έχουν κανένα, η Γη μόλις έναν κι ο Άρης δύο.

Και οι 4 αυτοί πλανήτες βομβαρδίστηκαν κατά το παρελθόν από βροχές μικρών και μεγάλων αστεροειδών, που ανέσκαψαν την επιφάνειά τους με κρατήρες, ορισμένοι από τους οποίους θα μπορούσαν να «καταπιούν» ολόκληρο το Έβερεστ, ενώ με εξαίρεση τον Ερμή, η Αφροδίτη, η Γη και ο Άρης ανέπτυξαν στη διάρκεια της εξέλιξής τους και ατμόσφαιρα.

Οι ομοιότητες όμως αυτές που παρατηρούνται μεταξύ των τεσσάρων εσωτερικών πλανητών του Ηλιακού μας Συστήματος λίγο ως πολύ σταματούν εδώ. Γιατί καθένας τους εξελίχθηκε με εντελώς διαφορετικό τρόπο, έτσι ώστε δεν θα μπορούσαν σήμερα να είναι περισσότερο διαφορετικοί.

Έχοντας ήδη αναφερθεί στην Αφροδίτη (βλ. θέμα Νοεμβρίου 2005) και στον Άρη (βλ. θέματα Ιουλίου 2003, Αυγούστου 2007 Μαΐου 2008 και Φεβρουαρίου 2010), σειρά παίρνει τώρα ο Ερμής.

Ο Ερμής, ο μικρότερος πλανήτης του Ηλιακού μας Συστήματος και εκείνος που βρίσκεται πλησιέστερα στον Ήλιο, έχει την πλέον ελλειπτική τροχιά απ’ όλους τους πλανήτες. Είναι μάλιστα τόσο μικρή η απόσταση που τον χωρίζει από τον Ήλιο, που εάν μπορούσε κάποιος να σταθεί στην καυτή του επιφάνεια, ο Ήλιος θα φαινόταν 3 φορές μεγαλύτερος απ’ ό,τι στη Γη.

Στη διάρκεια της ημέρας η θερμοκρασία στην επιφάνειά του μπορεί να φτάσει ακόμα και τους 450 ˚C. Επειδή όμως ο Ερμής δεν διαθέτει ατμόσφαιρα που θα «παγιδεύσει» τη θερμότητα αυτή, στη διάρκεια της νύχτας η θερμοκρασία του μπορεί να πέσει ακόμη και στους –180 ˚C. Μέχρι το 1965 οι αστρονόμοι θεωρούσαν ότι ο Ερμής στρέφει διαρκώς το ίδιο ημισφαίριο προς τον Ήλιο, όταν ανακάλυψαν ότι περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό του 3 φορές για κάθε 2 περιφορές γύρω από τον Ήλιο.

Η διάρκεια του έτους στον Έρμη, ο χρόνος δηλαδή που απαιτείται για να συμπληρώσει μια πλήρη περιφορά γύρω από τον Ήλιο, υπολογίζεται στις 88 γήινες ημέρες, ενώ ο χρόνος που απαιτείται, προκειμένου να συμπληρώσει μια πλήρη περιστροφή γύρω από τον άξονά του, διαρκεί 59 γήινες ημέρες.

Εξαιτίας των τεράστιων επιφανειακών θερμοκρασιών που αναπτύσσονται στη διάρκεια της ημέρας, αλλά και εξαιτίας της μικρής του βαρύτητας, ο Ερμής δεν διαθέτει ατμόσφαιρα.

Περιβάλλεται εντούτοις από μια πολύ αραιή «εξώσφαιρα», η οποία αποτελείται από άτομα υδρογόνου, ηλίου, οξυγόνου, νατρίου, ασβεστίου και καλίου, τα οποία εκσφενδονίζονται από την επιφάνειά του εξαιτίας του ηλιακού ανέμου και της πτώσης αστεροειδών ή ακόμη προέρχονται από τη ραδιενεργό διάσπαση στοιχείων στο φλοιό του.

Η επιφάνεια του Ερμή θυμίζει εν πολλοίς αυτή της Σελήνης, βλογιοκομμένη από τους αμέτρητους κρατήρες που προκάλεσαν οι πτώσεις αστεροειδών και κομητών. Ένα μάλιστα από τα μεγαλύτερα και εντυπωσιακότερα επιφανειακά χαρακτηριστικά που μπορεί να παρατηρήσει κάποιος στον Ερμή είναι ο κρατήρας πρόσκρουσης Caloris με διάμετρο περί τα 1500 km, ο οποίος δημιουργήθηκε από την πρόσκρουση ενός γιγάντιου αστεροειδούς, όταν το Ηλιακό μας Σύστημα ήταν ακόμα νέο.

Μάλιστα, στην ακριβώς αντίθετη πλευρά του Ερμή, αντιδιαμετρικά από τον κρατήρα Caloris, έχει διαμορφωθεί ένα παράξενο ανάγλυφο πεδίο, γεμάτο κυματισμούς και πτυχώσεις.

Σύμφωνα με τους αστρονόμους, αυτή η παράξενη διαμόρφωση του εδάφους σχηματίστηκε όταν δημιουργήθηκε και η Λεκάνη Caloris, καθώς κρουστικά κύματα διέτρεξαν την επιφάνεια του Ερμή και συνέκλιναν σε αυτό το αντιδιαμετρικό σημείο της πρόσκρουσης.

Ο Ερμής δεν παρουσιάζει σήμερα γεωλογική δραστηριότητα, αν και την περίοδο του έντονου βομβαρδισμού του από αστεροειδείς και κομήτες θα πρέπει να ήταν ηφαιστειακά ενεργός, γεμίζοντας λεκάνες της επιφάνειάς του με το καυτό μάγμα που ανέβλυζε από το εσωτερικό του. Καθώς όμως η θερμοκρασία του μειωνόταν για τα επόμενα 500 εκατομμύρια χρόνια από τη δημιουργία του, ο πλανήτης συρρικνώθηκε κατά 1 με 2 km και ο εξωτερικός του φλοιός στερεοποιήθηκε, φυλακίζοντας το ρευστό μάγμα στο εσωτερικό του για πάντα.

Με εξαίρεση τη Γη, ο Ερμής είναι ο πυκνότερος πλανήτης του Ηλιακού μας Συστήματος με έναν τεράστιο πυρήνα σιδήρου στο εσωτερικό του, η ακτίνα του οποίου καταλαμβάνει το 75% της συνολικής ακτίνας του πλανήτη και φτάνει τα 1900 km. Εξαιτίας του μικρού του μεγέθους, πολλοί αστρονόμοι υποστηρίζουν ότι κανονικά ο Ερμής θα έπρεπε ήδη να έχει ακτινοβολήσει το μεγαλύτερο μέρος της αρχέγονης θερμότητας που ήταν φυλακισμένη στον πυρήνα του, ώστε σήμερα να έχει στερεοποιηθεί πλήρως.

Όπως εντούτοις ανακάλυψε η διαστημοσυσκευή Mariner 10 της NASA, ο Ερμής παράγει το δικό του, έστω και ασθενές, μαγνητικό πεδίο, κάτι που είναι δυνατό μόνο στην περίπτωση που ο εξωτερικός του πυρήνας είναι ρευστός, όπως στη Γη.

Το γιατί ο πυρήνας του Ερμή είναι τόσο μεγάλος και γιατί δεν έχει ακόμη στερεοποιηθεί πλήρως αποτελούν δύο από τα μεγάλα και αναπάντητα ακόμη ερωτήματα που αντιμετωπίζουν οι αστρονόμοι στην προσπάθειά τους να αποκρυπτογραφήσουν τη γένεση και την εξέλιξη αυτού του πλανήτη.

Η πρώτη διαστημοσυσκευή που επισκέφτηκε τον Ερμή ήταν η Mariner 10 της NASA, η οποία κατάφερε να απεικονίσει το 45% της επιφάνειάς του. Η διαστημοσυσκευή Mariner 10 εκτοξεύτηκε το 1973 και ήταν η πρώτη στα χρονικά αποστολή που σχεδιάστηκε, προκειμένου να εξερευνήσει όχι έναν αλλά δύο πλανήτες (Ερμή και Αφροδίτη).

Το 1991 με τη βοήθεια επίγειου ραντάρ οι αστρονόμοι συνέλεξαν ενδείξεις, σύμφωνα με τις οποίες στους πόλους του πλανήτη και μέσα σε βαθείς κρατήρες, όπου η θερμοκρασία ποτέ δεν υπερβαίνει τους –200˚ C, ενδέχεται να υπάρχει νερό με τη μορφή πάγου. Μια νέα διαστημοσυσκευή της NASA κατευθύνεται τώρα προς τον Ερμή, τον πλέον ανεξερεύνητο από τους 4 βραχώδεις πλανήτες του Ηλιακού μας Συστήματος, στον οποίο και αναμένεται να φτάσει το 2011, οπότε και θα τεθεί σε τροχιά γύρω του. Πρόκειται για τη διαστημοσυσκευή Messenger, η οποία εκτοξεύτηκε από το Ακρωτήριο Canaveral στις 3 Αυγούστου 2004.

Με τα επιστημονικά όργανα που φέρει η διαστημοσυσκευή θα πραγματοποιήσει μια έγχρωμη απεικόνιση σχεδόν ολόκληρης της επιφάνειας του Ερμή, συμπεριλαμβανομένης και εκείνης που δεν κατάφερε να δει η Mariner 10, πραγματοποιώντας παράλληλα μετρήσεις για τη σύσταση της επιφάνειας, της ατμόσφαιρας και της μαγνητόσφαιρας του πλανήτη.

Μάλιστα, στην πρώτη της προσέγγιση προς τον Ερμή στις 14 Ιανουαρίου 2008 κατάφερε να απεικονίσει ένα επί πλέον 30% της επιφάνειάς του. Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Διαστήματος ESA σε συνεργασία με την Ιαπωνία σχεδιάζει μια νέα αποστολή στον Ερμή, η οποία αναμένεται να εκτοξευτεί το 2014. Η αποστολή αυτή ονομάστηκε BepiColombo, προς τιμή του Ιταλού αστρονόμου που πρώτος προσδιόρισε τον τρόπο που περιστρέφεται ο Ερμής γύρω από τον Ήλιο.

π