Με αφορμή την συμπλήρωση στις 16 Ιουλίου 50 ετών από την εκτόξευση της θρυλικής αποστολής του Apollo 11 που μετέφερε τους πρώτους αστροναύτες στην Σελήνη, σε αυτό το άρθρο θα αναφερθούμε περιληπτικά στην συναρπαστική αλληλουχία γεγονότων που εντέλει οδήγησαν στην υλοποίηση αυτού του σπουδαίου εγχειρήματος[1].

Το πνεύμα της εξερεύνησης που χαρακτηρίζει το ανθρώπινο γένος παραμένει άσβεστο. Το ίδιο αυτό πνεύμα, που οδήγησε εξερευνητές και θαλασσοπόρους από τα βάθη της Αφρικής στους πόλους του πλανήτη, αλλά και τις διαστημοσυσκευές μας στα πέρατα του Ηλιακού συστήματος, αποτυπώνεται χαρακτηριστικά στην πασίγνωστη «ατάκα» της σειράς επιστημονικής φαντασίας Star Trek «να εξερευνήσουμε παράξενους νέους κόσμους, να αναζητήσουμε νέα ζωή και νέους πολιτισμούς και με τόλμη να πάμε εκεί που κανείς ως τώρα δεν έχει πάει».

Αυτό, ωστόσο, δεν είναι σε καμία περίπτωση το μοναδικό, ή ακόμα και το κυρίαρχο κίνητρο για την εξερεύνηση του Διαστήματος. Η έμφυτη περιέργεια, η «ανάγκη» δηλαδή να θέτουμε ερωτήματα και να αναζητούμε απαντήσεις, μέσα από την θεμελιώδη επιστημονική έρευνα για την διεύρυνση των επιστημονικών και τεχνολογικών μας γνώσεων, είναι ένα δεύτερο και εξίσου σημαντικό κίνητρο. Ένας άλλος παράγοντας, που κι αυτός έχει την σημασία του, πηγάζει από την ανάγκη να δοκιμάζουμε τα όρια και τις αντοχές μας, θέτοντας όλο και δυσκολότερους στόχους προς επίτευξη. Ωραιότερα το έθεσε ο θρυλικός Άγγλος ορειβάτης George Mallory (1886–1924), που χάθηκε πρόωρα στην προσπάθειά του να σκαρφαλώσει πρώτος στο Έβερεστ, ο οποίος, όταν ρωτήθηκε για ποιον λόγο υποβάλλει τον εαυτό του σε τέτοιους κινδύνους, προκειμένου να «κατακτήσει» την υψηλότερη κορυφή των Ιμαλαΐων, απάντησε «γιατί είναι εκεί». Αυτό το «γιατί είναι εκεί» είναι ένα ακόμη κίνητρο που μας ωθεί προς το Διάστημα. 

Η διαρκής ανάγκη, σε κρατικό επίπεδο πλέον, για εξεύρεση και εκμετάλλευση νέων πόρων, καθώς και ο αέναος ανταγωνισμός για επέκταση, ακόμη και κυριαρχία, είναι εξίσου σημαντικοί παράγοντες που συνέβαλαν στην εξερεύνηση του Διαστήματος. Όσον αφορά στον ιδιωτικό τομέα, από την άλλη, πολλές εταιρείες βλέπουν το Διάστημα ως μοναδική ευκαιρία για επενδύσεις και κερδοφορία. Τα κίνητρα, δηλαδή, που μας ωθούν στο Διάστημα δεν είναι πάντα και τόσο «ευγενικά».

Χαρακτηριστικό παράδειγμα για του λόγου το αληθές είναι και το γεγονός ότι όταν εντέλει ο Neil Armstrong έκανε το πρώτο του «μικρό βήμα» στην επιφάνεια της Σελήνης, αυτό «το γιγάντιο άλμα για την ανθρωπότητα» δεν ήταν απόρροια της διαχρονικής επιθυμίας να κατανοηθεί ο κόσμος και τα φυσικά φαινόμενα, ούτε προέκυψε μέσα από την ευγενή άμιλλα για την επιστημονική και τεχνολογική πρόοδο. Αντιθέτως, ήταν πρωτίστως το αποτέλεσμα του σκληρού και αδυσώπητου ανταγωνισμού μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης (ΕΣΣΔ) και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής (ΗΠΑ), που ξεκίνησε στα τέλη περίπου του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και έμεινε γνωστός στην ιστορία ως Ψυχρός Πόλεμος. Αυτό ακριβώς υποστήριξε αρκετά χρόνια αργότερα και ο Frank Borman, διοικητής της διαστημικής αποστολής Apollo 8, λέγοντας ότι «η αντίληψη ότι το Πρόγραμμα Apollo ήταν ένα μεγάλο ταξίδι εξερευνήσεων και επιστημονικών ανακαλύψεων είναι τελείως λανθασμένη, αφού ο κύριος λόγος μας ήταν να κερδίσουμε τους Ρώσους.»

Πραγματικά, συνειδητοποιώντας ότι τα σπουδαία τεχνολογικά επιτεύγματα των επιστημόνων της ναζιστικής Γερμανίας, τα οποία είχαν συμβάλει τόσο πολύ στην κατασκευή της γερμανικής πολεμικής μηχανής, θα τους προσέφεραν στρατηγικό πλεονέκτημα, Αμερικανοί και Σοβιετικοί προσπάθησαν να τους στρατολογήσουν, ή απλώς να τους απαγάγουν, προκειμένου να αναπτύξουν ταχύτερα τα δικά τους πυραυλικά προγράμματα. Με την «Επιχείρηση Συνδετήρας», μάλιστα, οι ΗΠΑ μετέφεραν από τη Γερμανία στις ΗΠΑ έναν μεγάλο αριθμό επιστημόνων, πολλοί από τους οποίους ήταν ενεργά μέλη του Γερμανικού Ναζιστικού Κόμματος, ακόμη και εγκληματίες πολέμου. Ένας απ’ αυτούς ήταν ο Wernher von Braun (1912–1977), ο επιστήμονας που λίγα χρόνια αργότερα θα σχεδίαζε τους πυραύλους Saturn V, οι οποίοι έστειλαν τους πρώτους αστροναύτες στη Σελήνη. Οι Σοβιετικοί, αντιθέτως, βασίστηκαν στον σπουδαίο Ρώσο μηχανικό Sergey Korolev (1907–1966), ο οποίος στα πρώτα χρόνια του ανταγωνισμού για την κατάκτηση του Διαστήματος καθοδήγησε την ΕΣΣΔ σε μία εντυπωσιακή σειρά διαστημικών επιτυχιών.

Καθώς, λοιπόν, οι σφαίρες επιρροής της ΕΣΣΔ και των ΗΠΑ διαμορφώνονταν με την ίδρυση του NATO και του Συμφώνου της Βαρσοβίας, η ιδεολογική, τεχνολογική και πολιτιστική διαμάχη των δύο πόλων οδήγησε σε έναν πολύχρονο ανταγωνισμό για την επιβεβαίωση των πολιτικών τους θέσεων και την υπερίσχυση των στρατηγικών τους στόχων. Αναπόσπαστο τμήμα σε αυτή τη διαμάχη αποτέλεσε η επιστημονική και τεχνολογική διελκυστίνδα μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων, η οποία παράλληλα με την κούρσα των εξοπλισμών οδήγησε αναπόφευκτα και στην κούρσα για την κατάκτηση του Διαστήματος.

Είναι γεγονός ότι ο Ψυχρός Πόλεμος οδήγησε σε σημαντικές επιστημονικές ανακαλύψεις και τεχνολογικές καινοτομίες. Όπως είπαμε, όμως, αυτές δεν ήταν τόσο απόρροια της διαχρονικής επιθυμίας να κατανοηθεί ο κόσμος και τα φυσικά φαινόμενα ούτε φυσικά η διεύρυνση των ορίων της γνώσης μας γι’ αυτό που έχει επικρατήσει να ονομάζεται «κοινό καλό», όσο η επιβεβαίωση της υπεροχής του κάθε πόλου. Έτσι, οι διαστημικές πρωτιές που αφορούσαν στην εξερεύνηση του Διαστήματος, όπως η κατασκευή και η τοποθέτηση σε τροχιά τεχνητών δορυφόρων, η αποστολή ανθρώπων στο Διάστημα και η προσσελήνωση αστροναυτών στην Σελήνη αποτέλεσαν μέσα σε αυτό το ψυχροπολεμικό κλίμα της εποχής κεφαλαιώδεις στόχους προς επίτευξη.

Έχοντας κατασκευάσει τον πρώτο διηπειρωτικό βαλλιστικό πύραυλο, κατά πολύ ισχυρότερο από οποιονδήποτε άλλο πύραυλο των Αμερικανών, οι Σοβιετικοί χρησιμοποίησαν μία τροποποιημένη εκδοχή του στις 4 Οκτωβρίου 1957 για την εκτόξευση του Sputnik 1, του πρώτου τεχνητού δορυφόρου που τέθηκε σε τροχιά γύρω από τη Γη. Η κούρσα για την κατάκτηση του Διαστήματος είχε μόλις αρχίσει. Η πρώτη αυτή σπουδαία επιτυχία των Σοβιετικών ισοδυναμούσε για πολλούς Αμερικανούς με ένα διαστημικό Pearl Harbor. Πολύ περισσότερο δε που, δύο μήνες αργότερα, την ακολούθησε η εξίσου εντυπωσιακή αποτυχία του αμερικανικού Vanguard TV3, η οποία μάλιστα μεταδόθηκε ζωντανά από τη τηλεόραση. Ήταν η 6η Δεκεμβρίου 1957, όταν δύο μόλις δευτερόλεπτα μετά την εκτόξευσή του, ο Vanguard έχασε την ανυψωτική του ώθηση και έπεσε πίσω στην πλατφόρμα εκτόξευσης όπου και ανατινάχτηκε, επιτείνοντας το αίσθημα αποτυχίας των Αμερικανών καταμεσής του Ψυχρού Πολέμου.

Το Αμερικανικό Κογκρέσο, θορυβημένο από αυτό που αντιλαμβανόταν ως απειλή για την ασφάλεια και την τεχνολογική υπεροχή των ΗΠΑ, προέτρεψε σε άμεση αντίδραση. Ο λόγος ήταν προφανής και αιτιολογήθηκε αργότερα από τον von Braun με τα εξής λόγια: «… ο έλεγχος του Διαστήματος που περιβάλλει τη Γη δε διαφέρει και πολύ από τον τρόπο με τον οποίο οι Μεγάλες Ναυτικές δυνάμεις μεταξύ του 16ου και 18ου αιώνα αντιμετώπιζαν τον έλεγχο των θαλασσών...(αφού) εάν θέλουμε να ελέγχουμε αυτό τον πλανήτη θα πρέπει να ελέγχουμε και το Διάστημα γύρω του.»

Συνειδητοποιώντας ότι η πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ στο Διάστημα θα ήταν εφικτή μόνο με την ίδρυση μίας νέας υπηρεσίας, η οποία θα σχεδίαζε και θα υλοποιούσε όλες τις μη στρατιωτικές δραστηριότητές τους στο Διάστημα, ο Αμερικανός Πρόεδρος Dwight Eisenhower (1890–1969) ίδρυσε την Εθνική Υπηρεσία Αεροναυτικής και Διαστήματος, τη γνωστή με το αγγλικό ακρωνύμιό της ως NASA, η οποία ξεκίνησε τη λειτουργία της την 1η Οκτωβρίου 1958.

Παρόλ’ αυτά, στα χρόνια που ακολούθησαν η ΕΣΣΔ εξακολουθούσε να υπερισχύει, καταρρίπτοντας αρκετά ακόμη διαστημικά ρεκόρ. Αναμφίβολα, όμως, κορυφαία της στιγμή ήταν η θρυλική πτήση του Vostok 1 στις 12 Απριλίου 1961, με την οποία ο Σοβιετικός κοσμοναύτης Yuri Gagarin (1934–1968) έγινε ο πρώτος άνθρωπος που πέταξε στο Διάστημα. Την ολοκλήρωση του προγράμματος Vostok ακολούθησε η υλοποίηση του προγράμματος Voskhod, με το οποίο η ΕΣΣΔ κατέρριψε ένα ακόμη διαστημικό ρεκόρ στις 18 Μαρτίου 1965, όταν ο κοσμοναύτης Aleksei Leonov (1934–) πραγματοποίησε τον πρώτο στην ιστορία διαστημικό περίπατο.

Παράλληλα μ’ αυτές τις πρώτες επανδρωμένες αποστολές, η ΕΣΣΔ ανέπτυξε και ένα ιδιαίτερα παραγωγικό πρόγραμμα μη επανδρωμένων διαστημοσυσκευών. Το πρόγραμμα Luna (1959-1976), για παράδειγμα, σχεδιάστηκε προκειμένου να αντληθούν όσο το δυνατό περισσότερες πληροφορίες για τον φυσικό δορυφόρο του πλανήτη μας, και με προφανή στόχο να προετοιμαστεί το έδαφος για την πρώτη σοβιετική επανδρωμένη πτήση στη Σελήνη. Το πρόγραμμα αυτό χάρισε αρκετές ακόμη διαστημικές επιτυχίες στην Σοβιετική Ένωση, περιλαμβανομένων και των πρώτων φωτογραφιών που ελήφθησαν από την σκοτεινή πλευρά της Σελήνης, την πρώτη ελεγχόμενη προσσελήνωση, την πρώτη διαστημοσυσκευή που τέθηκε σε τροχιά γύρω από τη Σελήνη, την πρώτη ρομποτική διαστημοσυσκευή που κατάφερε να συλλέξει και να επιστρέψει στη Γη σεληνιακά πετρώματα και την πρώτη μεταφορά στη Σελήνη αυτοκινούμενου οχήματος.

Από το 1965, οι διαστημικές αποστολές Zond 3–8 συνέχισαν την συλλογή δεδομένων για την Σελήνη, ενώ αξίζει να αναφερθεί ότι η διαστημοσυσκευή Zond 4, που εκτοξεύθηκε τον Μάρτιο του 1968, προσεδαφίστηκε στη Σελήνη και πραγματοποίησε την πρώτη πειραματική «αποσελήνωση». Ήταν προφανές ότι οι επικεφαλής του διαστημικού προγράμματος της ΕΣΣΔ ήδη προετοιμάζονταν εντατικά για την μελλοντική επανδρωμένη τους αποστολή στη Σελήνη, η οποία βασιζόταν στον τεράστιο πύραυλο Ν-1. Ωστόσο, όλες οι προσπάθειες που έγιναν για την εκτόξευση του πυραύλου αυτού απέτυχαν. Η αποτυχία των Σοβιετικών να φτάσουν πρώτοι στη Σελήνη ίσως και να οφείλεται στον αιφνίδιο θάνατο του Korolev. Φυσικά το διαστημικό πρόγραμμα της ΕΣΣΔ συνεχίστηκε, αλλά με τον θάνατο του Korolev χάθηκε και η εμπνευσμένη του καθοδήγηση.

Απαντώντας στις πρώτες αυτές Σοβιετικές επιτυχίες, οι ΗΠΑ εντατικοποίησαν τις προσπάθειές τους, αρχικά με το πρόγραμμα Mercury (1958–1963), το οποίο σχεδιάστηκε προκειμένου να πραγματοποιηθεί η πρώτη αμερικανική επανδρωμένη πτήση στο Διάστημα, αλλά και να μελετηθεί η επίδραση του Διαστήματος στον άνθρωπο. Στις 25 Μαΐου 1961, ο Αμερικανός Πρόεδρος John Kennedy (1917–1963) με την ιστορική του ομιλία προς το Κογκρέσο έθετε ως στόχο την αποστολή αστροναυτών στην Σελήνη, που εντέλει θα υλοποιούνταν στο πλαίσιο του προγράμματος Apollo (1961–1972). Σημαντικό, όμως, ρόλο στην επιτυχή του κατάληξη διαδραμάτισε το πρόγραμμα Gemini (1963–1966), βασικός στόχος του οποίου ήταν η ανάπτυξη και αξιολόγηση νέων τεχνικών πτήσης και πλοήγησης στο Διάστημα, οι οποίες θα ήταν απαραίτητες για την επιτυχία του προγράμματος Apollo. Την ίδια περίπου περίοδο, η NASA υλοποίησε και αρκετές μη επανδρωμένες αποστολές, με στόχο την φωτογράφιση της σεληνιακής επιφάνειας, προκειμένου να επιλεγεί μία κατάλληλη περιοχή προσσελήνωσης, με τα προγράμματα Ranger (1961–1965), Surveyor (1966–1967) και Lunar Orbiter (1966–1967).

Καθώς, όμως, τα κομμάτια του διαστημικού παζλ για την εξερεύνηση της Σελήνης έμπαιναν το ένα μετά το άλλο στη θέση τους, χρειαζόταν και κάτι ακόμα: ο πανίσχυρος πύραυλος που θα μετέφερε τους αστροναύτες στη Σελήνη. Οι αποστολές Mercury και Gemini είχαν χρησιμοποιήσει στρατιωτικούς πυραύλους, ειδικά διασκευασμένους για τον σκοπό αυτόν. Για την αποστολή στη Σελήνη, όμως, χρειαζόταν κάτι μεγαλύτερο και καλύτερο. Ένας πύραυλος, με άλλα λόγια, αποκλειστικά σχεδιασμένος για την εξερεύνηση του Διαστήματος. Αυτός ήταν ο Saturn V, ένας πύραυλος τριών σταδίων με ύψος 110 m και βάρος 3.000 τόνων. Η απίστευτη αυτή μηχανή, δημιούργημα του von Braun και της ομάδας του στο Κέντρο Διαστημικών Πτήσεων Marshall, πραγματοποίησε την πρώτη πειραματική της εκτόξευση στις 9 Νοεμβρίου 1967, στο πλαίσιο της αποστολής Apollo 4. Στα επόμενα 2 χρόνια υλοποιήθηκαν 5 ακόμη αποστολές Apollo, δύο εκ των οποίων μετέφεραν τους αστροναύτες τους σε τροχιά γύρω από την Σελήνη, χωρίς όμως να τους αποβιβάσουν στην επιφάνειά της.

Εντέλει, οκτώ χρόνια από την έναρξη του Προγράμματος Apollo, στις 16 Ιουλίου του 1969, η NASA εκτόξευε το Apollo 11 με προορισμό την Σελήνη και πλήρωμα τους αστροναύτες Neil Armstrong (1930–2012), Michael Collins (1930–) και Edwin Aldrin (1930–). Η αποστολή αυτή θα περνούσε στην ιστορία ως η πρώτη που μετέφερε συνανθρώπους μας σε ένα άλλο ουράνιο σώμα του Ηλιακού συστήματος. Τέσσερεις μέρες αργότερα, με το πρώτο του βήμα στην επιφάνεια της Σελήνης, ο Armstrong διατύπωνε τα λόγια που θα μείνουν για πάντα χαραγμένα στην συλλογική μας μνήμη: «Ένα μικρό βήμα για τον άνθρωπο, ένα γιγάντιο άλμα για την ανθρωπότητα».

Με την ολοκλήρωση της θρυλικής αποστολής του Apollo 11 υλοποιήθηκαν 5 ακόμη επιτυχείς επανδρωμένες αποστολές προς την Σελήνη, η τελευταία εκ των οποίων ολοκληρώθηκε το 1972. Καθώς, όμως, το ενδιαφέρον των δύο υπερδυνάμεων της εποχής για τον φυσικό μας δορυφόρο ατονούσε, οι διαστημικές υπηρεσίες της τότε Σοβιετικής Ένωσης εστίασαν τις προσπάθειές τους στην ανάπτυξη επανδρωμένων διαστημικών σταθμών, ενώ το επανδρωμένο διαστημικό πρόγραμμα της NASA εστίασε στην ανάπτυξη των διαστημικών λεωφορείων. Το επίσημο «τέλος» στον αμερικανοσοβιετικό ανταγωνισμό για την κατάκτηση του Διαστήματος δόθηκε το 1975, με την υλοποίηση της πρώτης κοινής αμερικανοσοβιετικής αποστολής Apollo–Soyuz.

Σήμερα, το ανεξίτηλο αποτύπωμα της μπότας του Άρμστρονγκ στην σεληνιακή γη, οι διαστημοσυσκευές και τα επιστημονικά όργανα που έχουν εγκαταλειφθεί εκεί είναι αδιάψευστοι μάρτυρες του σπουδαίου αυτού κατορθώματος και της τεράστιας προσπάθειας που προηγήθηκε. Είναι βέβαιο ότι μια μέρα θα επιστρέψουμε στην Σελήνη και ίσως κάποτε υλοποιήσουμε επανδρωμένες αποστολές και προς άλλους πλανήτες του Ηλιακού μας συστήματος. Αυτές όμως οι πρώτες μας επισκέψεις σε έναν άλλο κόσμο θα ζουν στην ανθρώπινη μνήμη για πάντα.

[1] Η ιστορία αυτή έχει παρουσιαστεί αρκετά αναλυτικότερα στο βιβλίο Από την Γη στην Σελήνη. Στην φωτογραφία διακρίνεται ο αστροναύτης EdwinBuzzAldrin, ο οποίος εγκαθιστά έναν σεισμογράφο στην επιφάνεια της Σελήνης (φωτογρ. NASA).

π