Απ’ όλες τις ακτινοβολίες που έρχονται από το Σύμπαν οι ακτινοβολίες γάμα έχουν την πιο έντονη μορφή, αφού είναι 100 εκατομμύρια φορές ισχυρότερες από το ορατό φως. Οι ακτινοβολίες αυτές προέρχονταν από τα αστρικά στέμματα, τους λευκούς νάνους, τις μαύρες τρύπες, τα αστρικά λείψανα από εκρήξεις σουπερνόβα και τα διάφορα σμήνη γαλαξιών. Ένα από τα τροχιακά αστεροσκοπεία που μελετούν τις περίφημες αυτές ακτίνες γαμα είναι το «GRO-Κόμπτον» (C-GRO) που τοποθετήθηκε σε τροχιά το 1991 από το διαστημικό λεωφορείο «Ατλαντίς» με αντικειμενικό σκοπό τη συγκέντρωση στοιχείων για τα διάφορα αντικείμενα και φαινόμενα που εκπέμπουν ακτίνες γάμα. Όταν διαπιστώθηκε ότι κινδύνευε να συντριβεί στον Ειρηνικό ωκεανό λόγω βλάβης του γυροσκοπικού του συστήματος οι ειδικοί της NASA αποφάσισαν την ελεγχόμενη καταστροφή του.

Στη διάρκεια όμως της 9χρονης λειτουργίας του το C-GRO μας προσέφερε ανεκτίμητες πληροφορίες για το Σύμπαν των ακτίνων γάμα. Πάνω από 2.000 πηγές εκρηκτικών ακτίνων γάμα εντοπίστηκαν όλα αυτά τα χρόνια και όλες τους φαίνονταν να βρίσκονται σε μεγάλες αποστάσεις από τη Γη. Το 1997 και σε συνεργασία με έναν μικρό Ιταλικό δορυφόρο ακτίνων Χ μία από τις πηγές αυτές εντοπίστηκε ότι προέρχονταν από έναν γαλαξία σε απόσταση 10 δισεκατομμυρίων ετών φωτός! Τι είδους αντικείμενο θα μπορούσε να εκτοξεύσει μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα τόση ενέργεια όση θα απελευθερώσει συνολικά ο Ήλιος στη διάρκεια της ζωής του των δέκα δισεκατομμυρίων ετών; Πολλοί επιστήμονες θεωρούν σήμερα ότι οι εκρηκτικές αυτές ακτινοβολίες γάμα προέρχονται από τη σύγκρουση άστρων νετρονίων μεταξύ τους ενώ άλλοι ότι προέρχονται από την έκρηξη τεραστίων άστρων «υπερνόβα», πολλαπλάσιας δηλαδή ενέργειας από τις εκρήξεις σουπερνόβα.

Άλλες πάλι ακτινοβολίες γάμα προέρχονται από πολύ πιο κοντά αφού οι πηγές τους βρίσκονται στο εσωτερικό του Γαλαξία μας και είναι διαφορετικές από τις εκρηκτικές εκπομπές ακτίνων γάμα γιατί λάμπουν διαρκώς και όχι στιγμιαία όπως οι προηγούμενες. Τα αντικείμενα αυτά καλύπτουν μια ζώνη κατά μήκος του κεντρικού επιπέδου του Γαλαξία μας και πιθανότατα προέρχονται από γνωστά ουράνια σώματα τα οποία όμως είναι πολύ αμυδρά στο ορατό φως και πολύ δύσκολο να εντοπιστούν. Μερικοί επιστήμονες υποθέτουν ότι οι ακτινοβολίες αυτές προέρχονται από «αστροσεισμούς» στην επιφάνεια περιστρεφόμενων μαγνητικών πάλσαρ στα οποία δόθηκε η ονομασία «μαγνητάρ», το μαγνητικό πεδίο των οποίων φτάνει να είναι 1.000 τρισεκατομμύρια φορές μεγαλύτερο από της Γης.

[NASA]

π