Ο Ποσειδώνας, ο όγδοος πλανήτης από τον Ήλιο, δεν ανακαλύφθηκε μέσα από τη συστηματική παρατήρηση του έναστρου ουρανού αλλά, αντίθετα, χάρη στους υπολογισμούς του Γάλλου μαθηματικού Urbain Joseph Le Verrier, ο οποίος πρότεινε τη θέση και τη μάζα του άγνωστου μέχρι τότε πλανήτη, προκειμένου να εξηγήσει τις μεταβολές που είχαν παρατηρηθεί στην τροχιά ενός άλλου πλανήτη, του Ουρανού.

Η παρατήρηση με τηλεσκόπιο του νέου πλανήτη από τον Johann Gottfried Galle του αστεροσκοπείου του Βερολίνου στις 23 Σεπτεμβρίου 1846 επιβεβαίωσε τους υπολογισμούς του Γάλλου μαθηματικού και τα μέλη του Ηλιακού μας Συστήματος αυξήθηκαν κατά ένα.

Ο Ποσειδώνας είναι ο μικρότερος αλλά και ο πυκνότερος από τους τέσσερεις αέριους γίγαντες του Ηλιακού Συστήματος, με μάζα 17 φορές μεγαλύτερη από αυτήν της Γης και ατμόσφαιρα, που αποτελείται κατά κύριο λόγο από υδρογόνο και ήλιο, μαζί με μικρότερες συγκεντρώσεις νερού και αμμωνίας, καθώς και ίχνη μεθανίου, στην παρουσία του οποίου οφείλεται εν μέρει και το χαρακτηριστικό μπλε χρώμα του πλανήτη. Η μέση απόστασή του από τον Ήλιο είναι περίπου 30 ΑΜ, ενώ συμπληρώνει μια πλήρη περιφορά γύρω του σε περίπου 165 έτη.

Αντιθέτως, η διάρκεια της ημέρας του δεν υπερβαίνει τις 16 περίπου ώρες. Επειδή όμως ο Ποσειδώνας δεν είναι στερεό σώμα, η ατμόσφαιρα σε μια ζώνη εκατέρωθεν του ισημερινού του περιστρέφεται περίπου δύο ώρες αργότερα, ενώ οι περιοχές των πόλων του περιστρέφονται 4 ώρες πιο γρήγορα.

Το Voyager 2, η μοναδική διαστημοσυσκευή που μέχρι σήμερα επισκέφτηκε τον Ποσειδώνα, ανακάλυψε μια δυναμική ατμόσφαιρα με κυκλώνες και αντικυκλώνες και τεράστιες καταιγίδες, συμπεριλαμβανομένου και ενός τεράστιου αντικυκλώνα μεγέθους αντίστοιχου με αυτό της Γης, στον οποίο δόθηκε το όνομα Μεγάλη Σκοτεινή Κηλίδα. Ο αντικυκλώνας αυτός περιβαλλόταν από μικρότερους κυκλώνες, που φαίνονταν σαν λευκά νέφη, τα οποία κινούνταν με ταχύτητες που πλησίαζαν τα 2.200 km/h. Και πραγματικά, στον Ποσειδώνα έχουν καταγραφεί οι ισχυρότεροι άνεμοι στο Ηλιακό μας Σύστημα.

Μετέπειτα φωτογραφίες από το διαστημικό τηλεσκόπιο Hubble το 1994 έδειξαν ότι η Μεγάλη Σκοτεινή Κηλίδα, όπως επίσης και μια μικρότερη, που είχε παρατηρηθεί στο νότιο ημισφαίριο είχαν εξαφανιστεί.

Για λόγους που δεν είναι ακόμη απολύτως κατανοητοί, ο Ποσειδώνας εκπέμπει τουλάχιστον διπλάσια θερμότητα απ’ όση προσλαμβάνει από τον Ήλιο. Καθώς προχωρούμε προς το πυρήνα του πλανήτη, η πυκνότητα της ατμόσφαιρας που τον περιβάλλει συνεχώς αυξάνει, για να δώσει τη θέση της σε έναν υπέρθερμο ρευστό μανδύα, αποτελούμενο κατά κύριο λόγο από νερό, αμμωνία και μεθάνιο.

Σε βάθος 7.000 km, οι συνθήκες που επικρατούν σε αυτόν τον ωκεανό νερού και αμμωνίας είναι τέτοιες που ίσως και να επιτρέπουν τη διάσπαση του μεθανίου σε υδρογόνο και άνθρακα.

Εάν πράγματι συμβαίνει αυτό, ορισμένοι επιστήμονες εικάζουν ότι ο άνθρακας μπορεί στη συνέχεια να κρυσταλλοποιείται σε καθαρά διαμάντια, τα οποία πέφτουν προς τον πυρήνα του. Ο Ποσειδώνας περιβάλλεται και αυτός από το δικό του σύστημα δακτυλίων, το οποίο όμως είναι αισθητά μικρότερο από αυτό του Κρόνου και αποτελείται κατά κύριο λόγο από κομμάτια παγωμένου μεθανίου και σωματιδίων σκόνης, που ίσως προέρχονται από θραύσματα συγκρούσεων μεταξύ των δορυφόρων του.

Απ’ όσα γνωρίζουμε μέχρι σήμερα, ο Ποσειδώνας έχει 13 δορυφόρους, μεγαλύτερος εκ των οποίων είναι ο Τρίτωνας, ο οποίος ανακαλύφθηκε το 1846 από τον Άγγλο αστρονόμο William Lassel, λίγο μόνο μετά την ανακάλυψη του ίδιου του Ποσειδώνα.

Με διάμετρο 2700 km, ο Τρίτωνας είναι ο έβδομος μεγαλύτερος δορυφόρος του Ηλιακού μας Συστήματος και εμπεριέχει περίπου το 99,5% της συνολικής ποσότητας ύλης, που βρίσκεται σε τροχιά γύρω από τον Ποσειδώνα.

Οι φωτογραφίες που μας έστειλε η διαστημοσυσκευή Voyager 2 φανερώνουν μια επιφάνεια με ενδιαφέρουσα γεωλογική ιστορία και πίδακες παγωμένων υλικών που εκτοξεύουν ένα μείγμα αζώτου, μεθανίου και σκόνης σε ύψος μεγαλύτερο των 8 km, το οποίο παγώνει αμέσως και ξαναπέφτει σαν χιόνι. Στην καλυμμένη με πάγους επιφάνειά του η θερμοκρασία δεν ξεπερνά τους –235°C.

Δύο ακόμη δορυφόροι του Ποσειδώνα, η Νηρηίς, η οποία ανακαλύφθηκε το 1949 από τον Jerald Kuiper και ο Πρωτέας που ανακαλύφθηκε χάρη στις φωτογραφίες του Voyager 2, έχουν διάμετρο μερικών εκατοντάδων χιλιομέτρων, ενώ οι υπόλοιποι δορυφόροι του είναι πάρα πολύ μικροί.

π